Σχόλια πάνω σε πρόσφατες μεταβολές όρων χρήσης των κοινωνικών δικτύων

Κοινωνικά δίκτυα, μηχανές αναζήτησης, αισθητήρες πάνω στο σώμα μας, τώρα πια και διάλογοι με εφαρμογές τεχνητής νοημοσύνης, όλα καταγράφουν ακούραστα τη συμπεριφορά μας όταν αλληλεπιδρούμε μ' αυτά, τις ερωτήσεις μας, τις σκέψεις μας, κάθε τι που γράφουμε προς φίλους και γνωστούς, κάθε φωτογραφία ή video που ανεβάζουμε, σημειώνουν που και γιατί κοντοστεκόμαστε σαν βλέπουμε τις φωτογραφίες των άλλων ή διαβάζουμε τα κείμενά τους. Κάποια απ' αυτά μας βομβαρδίζουν με διαφημίσεις, σημειώνοντας ταυτόχρονα ποιες από αυτές προσέχουμε και ποιες όχι.

Πού και πού μερικοί δυσανασχετούν. Πριν μερικές εβδομάδες, όταν η Meta έβγαλε στην ΕΕ συνδρομές για όσους δεν θέλουν να βλέπουν διαφημίσεις, μερικοί ανέβασαν στο Facebook κείμενα που έγραφαν "δεν επιτρέπω στο f/b" να κάνει αυτό κι εκείνο, π.χ. να διανέμει δικό μου φωτογραφικό υλικό. Είχαν ενημέρωση ότι το Facebook είχε αλλάξει κάποιους όρους σχετικούς π.χ. με τις φωτογραφίες; Είδαν ότι φίλοι τους είχαν αναρτήσει ένα ψευτο-νομικό κείμενο και το έκαναν copy-paste με τη λογική πως στη χειρότερη περίπτωση δεν θα μπορούσε να βλάπτει. Το πραγματικό γεγονός ήταν ότι η Meta είχε δηλώσει την πρόθεσή της να δώσει στους χρήστες τη δυνατότητα απαλλαγής από τις διαφημίσεις έναντι συνδρομής. Η πλειοψηφία όταν έμαθε για τη δυνατότητα συνδρομής φαντάστηκε ότι είναι μια νέα κίνηση "για να μας βάλει το Facebook να πληρώνουμε". Η πλειοψηφία επίσης αν μάθει ότι δεν χρειάζεται να πληρώνει, ελάχιστα ενδιαφέρεται για τα δεδομένα που καταγράφονται και για την περαιτέρω τύχη τους.

Η ίδια η Meta, η μητρική εταιρία του Facebook, έσπευσε να δηλώσει ότι δεν ενδιαφέρεται τόσο για ένα μοντέλο συνδρομής, αλλά ότι θα προχωρήσει σε ορισμένες μεταβολές ως προσαρμογή στον ευρωπαϊκό κανονισμό προστασίας δεδομένων (GDPR), στην νεότερη Digital Markets Act (εφαρμοστέα από τον Μάιο 2023) και σε ορισμένες δικαστικές αποφάσεις. Στις αρχές του 2023 υπήρξε μια δικαστική απόφαση που έλεγε ότι η Meta οφείλει να δίνει μια δεύτερη επιλογή στον χρήστη χωρίς διαφημίσεις και γενικότερα ότι ο τρόπος που αποσπούσε τη συναίνεση του χρήστη δεν ήταν συμμορφωμένος με την GDPR.

Περιληπτικά, το επιχειρηματικό μοντέλο της Meta έχει ως εξής (για όσους δεν είναι εξοικειωμένοι με αυτό): Παρέχει μια σειρά υπηρεσιών στους χρήστες των κοινωνικών δικτύων της (Facebook, Instagram, Threads και WhatsApp) και μέσω αυτών συλλέγει δεδομένα γι' αυτούς. Ταυτόχρονα τους τροφοδοτεί με διαφημίσεις πελατών της, προσπαθώντας να τις κάνει όσο γίνεται πιο αποδοτικές με ένα συνδυασμό αλγορίθμων, μέσω των οποίων η ίδια η Meta κρίνει ποια διαφήμιση είναι πιο κατάλληλη για ποιον χρήστη βάσει των δεδομένων που έχει συλλέξει για τον καθένα. Τα δεδομένα σύμφωνα με αυτό το μοντέλο δεν εκχωρούνται στους εμπορικούς πελάτες της Meta, εκτός από ορισμένους δείκτες συλλογικών επιδόσεων των διαφημίσεων. 

Γνωστές παραβιάσεις του παραπάνω μοντέλου, για τις οποίες έχουν επιβληθεί και σχετικά πρόστιμα, περιλαμβάνουν την διάσημη υπόθεση της διαρροής προς την Cambridge Analytica, καθώς και την περίπτωση όπου δεδομένα Ευρωπαίων πολιτών έφυγαν προς servers εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης παραβιάζοντες κάποιους κανόνες που διέπουν τέτοιες μεταφορές. Στις ακούσιες παραβιάσεις περιλαμβάνονται δεδομένα που υπεξαίρεσαν χάκερς το 2018 και το 2019. Πέραν της ευθύνης της εταιρίας για την ποιότητα των υπηρεσιών διαφύλαξης των δεδομένων, υπήρξε και το ζήτημα της καθυστερημένης ενημέρωσης του κοινού.

Οι αντιδράσεις των αρμοδίων υπηρεσιών της ΕΕ έχουν βασικά περιοριστεί σε περιπτώσεις που οι αντίστοιχες παραβάσεις των κανονισμών μπορούν να θεμελιωθούν νομικά. Ωστόσο υπάρχει μια σειρά θεμάτων, ή τουλάχιστον ερωτημάτων, που θα μπορούσαν να εγερθούν:

Α. Η λεπτομέρεια με την οποία καταγράφονται οι ενέργειες χρηστών κοινωνικών δικτύων και γενικότερα συλλέγονται δεδομένα: Ας το δούμε αυτό σε ένα παράδειγμα, συγκεκριμένα σε μια εφαρμογή έκθεσης φωτογραφιών, παρόμοια με το Instagram, το Flickr και το Pinterest. Έστω ότι για τα έσοδά της βασίζεται σε διαφημίσεις. Χρειάζεται επομένως κάποιο τρόπο να μάθει τι ενδιαφέρει τον κάθε χρήστη της εφαρμογής, ώστε να αυξήσει την πιθανότητα ο χρήστης να ενδιαφερθεί για τη διαφήμιση (να κάνει κλικ πάνω της) και επομένως ο ιδιοκτήτης-διαχειριστής της εφαρμογής να πληρωθεί από τον διαφημιζόμενο. Η χειρότερη περίπτωση για τον διαχειριστή είναι να μη γνωρίζει τίποτε για έναν χρήστη, οπότε μπορεί να βασιστεί μόνο στην τύχη. Δείχνοντάς του όμως διαφημίσεις κάποτε ο χρήστης θα εκδηλώσει ενδιαφέρον για κάποια διαφήμιση, οπότε θα βγει γι' αυτόν ένα πρώτο συμπέρασμα για τα ενδιαφέροντά του. Στη συνέχεια η εφαρμογή θα επιδιώξει μια ισορροπία μεταξύ διαφημίσεων σε άλλες περιοχές, ώστε να μάθει περισσότερα για τον χρήστη, και διαφημίσεων στην ίδια περιοχή, ώστε να αυξήσει τις πιθανότητες επιτυχίας. Με τα σημερινά δεδομένα μια τέτοια εφαρμογή θα μπορούσε να θεωρηθεί αρκετά διακριτική και ο βαθμός ενόχλησης που ίσως προκαλεί στον χρήστη εξαρτάται κυρίως από τον όγκο των διαφημίσεων. Ένας άλλος τρόπος να μαθαίνει η εφαρμογή τα ενδιαφέροντα του χρήστη θα ήταν να του δώσει ένα εργαλείο όπως το like, με το οποίο θα μαρκάρει όσες φωτογραφίες του αρέσουν, στα πλαίσια υποτίθεται της ανταλλαγής απόψεων και του ανταγωνισμού (πάνω στον αριθμό των like) με άλλους χρήστες, που ανεβάζουν κι αυτοί φωτογραφίες. Όμως είναι σαφές ότι ένας χρήστης που κάνει like συχνά σε φωτογραφίες με ρολόγια είναι πιθανό να ενδιαφέρεται για τέτοια προϊόντα. Μέχρις εδώ η εφαρμογή μπορεί να συλλέγει πληροφορίες από την ενσυνείδητη συμπεριφορά του χρήστη. Αν αυτός δεν θέλει να βλέπει διαφημίσεις ρολογιών μπορεί εύκολα να πάψει να ενθαρρύνει την εφαρμογή και να σταματήσει τα like σε φωτογραφίες ρολογιών. Μια λιγότερο διακριτική εφαρμογή θα μπορούσε να καταγράφει πόση ώρα ο χρήστης αφιερώνει σε κάθε φωτογραφία, π.χ. την αφήνει να περνάει αδιάφορα μπροστά του ή σταματάει και μεγενθύνει. Ακόμη περισσότερο, μεγενθύνει μια συγκεκριμένη περιοχή της φωτογραφίας; Διαβάζει metadata (όπως τοποθεσία που έχει ληφθεί); Διαβάζει ή κάνει σχόλια κάτω από την φωτογραφία; Καταγράφεται και η παραμικρή του κίνηση από την εφαρμογή, ώστε να αναλυθεί κατάλληλα αργότερα; Γενικά μια πιο πλούσια σε δεδομένα (και πιο αδιάκριτη) καταγραφή θα μπορούσε να οδηγήσει σε πιο προχωρημένα συμπεράσματα για τις συνήθειες και τις προτιμήσεις του χρήστη. Μολονότι η λογική κανονισμών ελέγχου της συλλογής και επεξεργασίας δεδομένων (όπως η GDPR) είναι μια εφαρμογή να υποχριώνεται να περιορίζεται στα απολύτως απαραίτητα για την ομαλή παροχή της υπηρεσίας που προσφέρει, ένας τέτοιος κανόνας βάζει πολύ νερό. Ο πάροχος της υπηρεσίας μπορεί να υποστηρίξει ότι η υπηρεσία γίνεται τόσο καλύτερη όσο πιο πολλά είναι τα δεδομένα που συλλέγονται. Ακόμη, δεδομένα που συλλέγονται από σχεδόν μηχανικές ή υποσυνείδητες ενέργειες του χρήστη, όπως η στιγμιαία στάση σε μια φωτογραφία, μπορεί να θεωρηθούν πιο ειλικρινή και αδιαμφισβήτητα. Το πρόβλημα βέβαια με τέτοια δεδομένα είναι ότι συλλέγονται χωρίς ο χρήστης να το έχει επιτρέψει σαφώς και χωρίς καν να το υποψιάζεται. Από ένα σημείο και μετά θα μπορούσε κανείς να μιλήσει για υπερβολική παρακολούθηση και υποκλοπή δεδομένων από τον χρήστη.

Β. Η διαφάνεια της καταγραφής προς τον καταγραφόμενο: Η εφαρμογή στους όρους παροχής των υπηρεσιών που προσφέρει αναφέρει ότι γίνεται καταγραφή, αλλά με τρόπο αόριστο, χωρίς δηλαδή να περιγράφει τι ακριβώς καταγράφεται. Κατά συνέπεια ο χρήστης δεν μπορεί να εκτιμήσει τι ακριβώς θα του συμβεί και αν είναι πρόθυμος να το ανεχτεί. Όταν θα ζητηθεί η συναίνεσή του με τους όρους παροχής της υπηρεσίας θα πάρει μια απόφαση ελάχιστα βασισμένη σε πραγματικά στοιχεία.

Γ. Ο χρόνος διατήρησης των δεδομένων: Στην GDPR γίνεται σαφές ότι τα δεδομένα διατηρούνται από μια υπηρεσία μόνο για όσο χρόνο είναι απαραίτητα για την ομαλή παροχή της υπηρεσίας. Π.χ. αν μια εταιρία τηλεφωνίας εκδίδει λογαριασμούς ανά δίμηνο, είναι υποχρεωμένη να διαγράψει τις κλήσεις του πελάτη από το αρχείο της μετά την πληρωμή του λογαριασμού, δηλαδή σε διάστημα 3-4 μηνών. Αν η εταιρία δίνει στον πελάτη το δικαίωμα να κάνει ένσταση ή να ζητήσει αναλυτικό κατάλογο κλήσεων εντός εξαμήνου, σβήνει τις κλήσεις μετά το εξάμηνο. Στα γνωστά κοινωνικά δίκτυα δεν γίνεται λόγος τήρησης τέτοιων ορίων, με το επιχείρημα ότι τα δεδομένα του χρήστη μπορούν να χρησιμοποιηθούν οποτεδήποτε αργότερα για την επιλογή διαφημίσεων που θα του προβληθούν. Στο Facebook τα δεδομένα διαγράφονται εντός τεχνικά ευλόγου χρόνου εφόσον ο χρήστης διαγράψει τον λογαριασμό του, εφόσον δηλαδή "τιμωρηθεί" με το να χάσει τους "φίλους" του. Δεν γίνεται όμως αναφορά σε κάποιον χρονικό ορίζοντα, πίσω από τον οποίο τα δεδομένα κάποιου διαγράφονται. Όπως σημειώνεται και πιο κάτω, η διατήρηση δεδομένων επί μεγάλα χρονικά διαστήματα τα εκθέτει στον κίνδυνο της επεξεργασίας με οποιαδήποτε προχωρημένη μελλοντική μέθοδο. Επίσης τα εκθέτει στον κλασσικό κίνδυνο της υπεξαίρεσης δεδομένων από εγκληματικές συμμορίες, διότι κανένα μέσο φύλαξης δεν είναι τέλειο.

Δ. Οι αλγόριθμοι επεξεργασίας: Κατά κανόνα οι αλγόριθμοι επεξεργασίας των δεδομένων από την καταγραφή των χρηστών αποτελούν εταιρικό μυστικό, αν μη τι άλλο επειδή έχουν αποφασιστική συμβολή στη διαμόρφωση των εσόδων. Αν π.χ. το Facebook επιλέγει σωστά διαφημιζόμενους και διαφημίσεις θα μεγιστοποιεί τα κέρδη του. Οι αλγόριθμοι θα μπορούσαν επίσης να δώσουν μια ιδέα για το βάθος των δεδομένων που οδηγούν στον σχηματισμό διαφόρων προφίλ των χρηστών. Παρ' όλα αυτά διατηρεί μια ιστοσελίδα όπου εξηγούνται οι στόχοι και τα κριτήρια των αλγορίθμων και τι είδους δεδομένα μπορούν να δοθούν στην επιστημονική κοινότητα. 

Ας σημειωθούν όμως και τα εξής: Δεν είναι όλοι οι αλγόριθμοι εξηγήσιμοι στο ευρύ κοινό, ενώ ορισμένοι δεν είναι εξηγήσιμοι ούτε στους ειδικούς. Η GDPR επιμένει στην διαφάνεια και στην παροχή πληροφοριών προς τον χρήστη κυρίως στα πλαίσια της όσο γίνεται πιο εμπεριστατωμένης επιλογής μιας υπηρεσίας. Για τον μέσο χρήστη αυτό δεν μπορεί να φτάσει πολύ μακριά, θα μπορούσε όμως να αποτελέσει αντικείμενο έρευνας της επιστημονικής κοινότητας που θα ενημέρωνε περαιτέρω τον μέσο χρήστη.

Με την εξέλιξη μεθόδων της τεχνητής νοημοσύνης, ή εν πάση περιπτώσει σύνθετων επιστημονικών μεθόδων, ο μέσος χρήστης δεν είναι καν σε θέση να αντιληφθεί τα όρια της διεισδυτικότητας αυτών των μεθόδων. Τυπικό παράδειγμα αποτελεί ο αλγόριθμος Kozinski, ο οποίος μπορούσε μεταξύ άλλων να προβλέψει τις πολιτικές προτιμήσεις ενός ατόμου, ακόμη και αν το τελευταίο δεν τις είχε εκδηλώσει ποτέ στο Facebook, λαμβάνοντας υπόψη περί τα 100 like του ατόμου αυτού σε άσχετα ζητήματα. Παρόμοιος αλγόριθμος χρησιμοποιήθηκε περαιτέρω από την Cambridge Analytica για τον επηρεασμό μιας σειράς εκλογικών αναμετρήσεων.

Σε συνδυασμό με τα προηγούμενα η διατήρηση δεδομένων επ' αόριστον μπορεί να οδηγήσει σε εντελώς απρόβλεπτες καταστάσεις, δεδομένου ότι δεν μπορούν να προβλεφθούν οι δυνατότητες μεθόδων που θα προκύψουν στο μέλλον. 

Πέραν της καλώς εννοούμενης λειτουργίας εταιριών κοινωνικής δικτύωσης, αναζήτησης κ.λπ., δηλαδή της λειτουργίας όπως προβλέπεται από νόμους και κανονισμούς και όπως δίνεται από τις ίδιες στο κοινό, υπάρχει δυστυχώς μια γκρίζα περιοχή, που δεν μπορεί ακριβώς να αποδειχθεί, αλλά δεν μπορεί και να παραβλεφθεί ως δυνατότητα ή πιθανότητα παρ' όλο που βρίσκεται στην θολή περιοχή της φημολογίας. Σύμφωνα με τέτοιες φήμες μια οποιαδήποτε μεγάλη εταιρία του χώρου δεν μπορεί (πρακτικά και ανεπίσημα) να πάρει την άδεια να λειτουργήσει σε μια χώρα αν δεν δώσει γην και ύδωρ στο κυβερνών καθεστώς, π.χ. αν δεν παραδίδει προφίλ ατόμων επικινδύνων για το καθεστώς. Καμμιά εταιρία δεν πρόκειται να παραδεχτεί ότι εμπλέκεται σε τέτοιες συναλλαγές. Σε κάποιο βαθμό τέτοιες παροχές πληροφοριών προβλέπονται από το νόμο, όπως π.χ. η παροχή στοιχείων για εγκληματίες. Το ερώτημα είναι όμως κατά πόσο γίνονται και πέρα από τα όρια του νόμου, ειδικά όταν πρόκειται για καθεστώτα τυραννικά και ανελεύθερα.

Με δυο λόγια ειδικά η ΕΕ έχει πολλά περιθώρια να αυξήσει τις απαιτήσεις της προς τις εταιρίες στην κατεύθυνση της προστασίας της ιδιωτικότητας και της ασφάλειας του πολίτη. Μέχρι τώρα φαίνεται πως η αλληλεπίδραση μεταξύ των δύο πλευρών γίνεται αποκλειστικά μέσω της παραγωγής νόμων και κανονισμών και της παραπομπής των παραβάσεων στο δικαστήριο, είτε από όργανα της ΕΕ είτε από θιγόμενους πολίτες. Μολονότι η δικαστική οδός είναι και νόμιμο και έσχατο μέσο, θα μπορούσε να ακολουθηθεί και η πιο μετριοπαθής πρακτική των συστάσεων, τουλάχιστον μέχρις αποδείξεως ότι δεν λαμβάνονται υπόψη. Οι συστάσεις από αρμόδιους κατά περιοχή οργανισμούς, όπως π.χ. επιστημονικούς και τεχνολογικούς συλλόγους, συλλόγους για τα δικαιώματα του πολίτη, ανεξάρτητες αρχές κ.λπ. αν μη τι άλλο θα έδειχναν την ορθή κατεύθυνση και προς τις εταιρίες παροχής υπηρεσιών και προς τους χρήστες των υπηρεσιών και γενικότερα την κοινή γνώμη. Με αυτόν τον τρόπο θα μπορούσε να ασκηθεί μεγαλύτερη πίεση από την κοινωνία ενάντια στις καταχρήσεις, καθώς και πιο ενημερωμένη χρήση των υπηρεσιών.

Comments

Popular posts from this blog

Ένας ιστορικός πίνακας γεμάτος σημαίες

Το έγκλημα στο Οριάν Εξπρές

Ταξίδι με το οχηματαγωγό κατά το σωτήριον έτος 2023