Από τον Όμηρο, τον Ηρόδοτο και τον Παυσανία στην ταξιδιωτική τηλεόραση
Στον πλανήτη Γη μπορεί να έχουν μείνει ακόμη ανεξερεύνητες γωνιές, αλλά είναι οπωσδήποτε ο πιο εξερευνημένος κόσμος που ξέρουμε, αφού σ' αυτόν κατοικούμε. Είναι αποτυπωμένος σε κείμενα, χάρτες, εικόνες ακίνητες και κινούμενες, ήχους κι όποιο άλλο μέσο διαθέτει η τεχνολογία. Οι σχετικές ποικίλες περιγραφές και αποτυπώσεις έχουν ομοίως πολλούς και διαφορετικούς στόχους. Άλλος είναι ο σκοπός ενός γεωγραφικού συγγράμματος, άλλος ενός ναυτικού χάρτη κι άλλος ενός τουριστικού οδηγού. Ως το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα οι καταγραφές γίνονταν μόνο από τα ανθρώπινα αισθητήρια και μπορούσαν να συμβούν μόνον αν κάποιος ταξίδευε επί τόπου με ιδιότητες όπως του περιηγητή, του εξερευνητή, του επισκέπτη, του στρατιώτη, του απεσταλμένου, του προσκυνητή, του άποικου, του μετανάστη, του εμπόρου, του μεταφορέα, του ναυτικού, του κατασκόπου κι άλλων πολλών. Ο καθένας απ' αυτούς έχει χαράξει μια συγκεκριμένη, περιορισμένη, διαδρομή πάνω στον πλανήτη και η αυθεντική καταγραφή του περιορίζεται σε όσα βρίσκονται πάνω στη διαδρομή. Παρ' όλα αυτά πολλοί υπέκυψαν στον πειρασμό να προσθέσουν φανταστικά στοιχεία. Άλλοι, όπως γεωγράφοι, χαρτογράφοι, εθνογράφοι, δεν περιορίζονται σε όσα έχουν δει τα μάτια τους, αποσκοπώντας σε μια πιο ευρείας έκτασης περιγραφή, αλλά συχνά με μειωμένη εγκυρότητα. Σε αρκετές περιπτώσεις χάρτες και περιγραφές τόπων σε προηγούμενους αιώνες υπήρξαν αποκύημα φαντασίας. Οι χάρτες για παράδειγμα της Ελλάδας στους αιώνες της Τουρκοκρατίας ήταν πολλές φορές απλώς διακοσμητικοί και περιείχαν τοπωνύμια της αρχαίας Ελλάδας σε πραγματικές, εκτιμώμενες ή καθαρά φανταστικές θέσεις.
Τα ταξιδιωτικά έργα είναι τέτοιας έκτασης και σημασίας που αποτελούν αντικείμενο μελέτης. O Tim Youngs είναι για παράδειγμα καθηγητής στην Αγγλία στην επιστημονική περιοχή των ταξιδιωτικών μελετών (travel studies). Ανάμεσα στα έργα της ταξιδιωτικής γραμματείας υπάρχουν αρκετά με λογοτεχνικές φιλοδοξίες, όπως οι περιγραφές του ταξιδιού του Patrick Leigh Fermor με τα πόδια από την Ολλανδία στην Κωνσταντινούπολη (που αρχίζουν με το "A time of gifts" και συνεχίζονται σε άλλα δύο βιβλία), καθώς επίσης και τα "ελληνικά" του έργα για τη Μάνη και τη Ρούμελη. Σε ένα άλλο παράδειγμα ο William Dalrymple στο βιβλίο του "From the Holy Mountain" περιγράφει τι συνάντησε όταν επεχείρησε να ξανακάνει τη διαδρομή των μοναχών Ιωάννη και Μόσχου σε μοναστήρια της Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, την οποία οι τελευταίοι είχαν καταγράψει στο "Λειμωνάριον" τον 7ο αιώνα. Ο Lawrence Durell (1912-1990), διάσημος συγγραφέας έγραψε (εκτός από το "Alexandria Quartet") το ταξιδιωτικό έργο "τα ελληνικά νησιά". Έγραψε επίσης για την Κέρκυρα, για την Σικελία, για την Κύπρο και για τη νότια Γαλλία (Προβηγκία). Για το ελληνικό τηλεοπτικό κοινό ήταν επίσης ένας από τους γιους της κυρίας Ντάρελ στη σειρά "οικογένεια Ντάρελ". Ο Jacques Lacarrière έγραψε "το ελληνικό καλοκαίρι" (l’été grec) ανάμεσα σε άλλα βιβλία γύρω από την Ελλάδα.Ταξίδια βεβαίως περιγράφονται στην "Οδύσσεια" του Ομήρου, σε βιβλία του Ηρόδοτου, στην "Ανάβαση του Κύρου" και στην "Κάθοδο των Μυρίων" του Ξενοφώντα. Ταξίδι ενός είδους αποτελούσαν και οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου (αλλά οι πρωτότυπες περιγραφές συγχρόνων του έχουν χαθεί). Ο Ηρόδοτος (484-425 π.Χ.) ήταν πολυταξιδεμένος, πήγε στην Αίγυπτο, στην Περσία (μετά τους περσικούς πολέμους), στη Μεσοποταμία, στη Λιβύη, στην Κάτω Ιταλία, στον Εύξεινο κι αλλού. Όταν επισκέφθηκε την Αίγυπτο οι πυραμίδες ήταν ήδη ηλικίας δύο χιλιάδων ετών και παραπάνω. Το κατ' εξοχήν ταξιδιωτικό βιβλίο της αρχαιότητας για τον ελληνικό χώρο είναι η "Ελλάδος περιήγησις" του Παυσανία (110-180 μ.Χ., δηλαδή επί ρωμαιοκρατίας). Το βιβλίο αυτό είναι αρκετά κατατοπιστικό ώστε να αξιοποιηθεί αργότερα από αρχαιολάτρες και αρχαιοκάπηλους.
Οι ταξιδιώτες που άφησαν πίσω τους περιγραφές ανήκουν σε διάφορες κατηγορίες. Υπήρξαν επιστήμονες, όπως ο βοτανολόγος Tournefort (έγραψε για τα ταξίδια του στην ανατολική Μεσόγειο περί το 1700), ο βιολόγος και φυσιοδίφης Κάρολος Δαρβίνος (έγραψε για τo ταξίδι του την δεκαετία του 1830 με το σκάφος Beagle σε ένα γύρο του κόσμου), ο αμερικανός αρχαιολόγος Kevin Andrews έγραψε για τα κάστρα της Πελοποννήσου, όπως τα είδε στην περίοδο 1948-1951, δηλαδή μόλις είχε τελειώσει ο εμφύλιος. Πολλοί από τους Άγγλους ταξιδιώτες και συγγραφείς είχαν πολλαπλές ιδιότητες. Όχι μόνο μάζευαν πληροφορίες για τις χώρες που επισκέπτονταν, αλλά έπαιζαν και ενεργό ρόλο σε πολιτικές και πολεμικές εξελίξεις αυτών των περιοχών. Διάσημες τέτοιες περιπτώσεις ήταν ο T. E. Lawrence (γνωστός και ως Λώρενς της Αραβίας, αλλά επίσης αρχαιολόγος, ελληνιστής και ταξιδευτής) και ο Patrick Leigh Fermor που αναφέρθηκε παραπάνω, γνωστός και για την απαγωγή του γερμανού στρατηγού Κράιπε στην Κρήτη.
Ο Παυσανίας περιγράφει όσα είδε σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας, κυρίως ενδιαφερόμενος για μνημεία της κλασσικής εποχής, η οποία ήδη απείχε αρκετούς αιώνες. Ένας περιηγητής σύγχρονός του ή λίγο μεταγενέστερος θα μπορούσε να χρησιμοποιήσει την διήγησή του ως ταξιδιωτικό οδηγό. Ωστόσο μια ταξιδιωτική περιγραφή διαφέρει από έναν ταξιδιωτικό οδηγό, επειδή ο τελευταίος περιέχει πολύ περισσότερες πληροφορίες χρηστικού τύπου για τον ταξιδιώτη, κατά προτίμηση επικαιροποιημένες. Η επικαιροποίηση βεβαίως είναι περισσότερο ή λιγότερο κρίσιμη ανάλογα με το είδος των πληροφοριών. Τα εστιατόρια π.χ. της περσινής χρονιάς μπορεί να μην είναι όλα πια ανοιχτά, αλλά ο Παρθενώνας είναι εκεί για δυόμιση χιλιάδες χρόνια, μολονότι και πάλι οι ώρες που είναι ανοιχτός ο χώρος ή η τιμή του εισιτηρίου μπορεί να αλλάζουν. Ακόμη και αρχαιολογικοί οδηγοί χρειάζονται ανανέωση στο βαθμό που προοδεύουν οι ανασκαφές, ιδρύονται ή ανακαινίζονται μουσεία κ.ο.κ.
Από εδώ και κάτω θα περιοριστούμε μόνο στους ταξιδιωτικούς οδηγούς. Και πάλι το εύρος τέτοιων οδηγών δεν είναι μικρό. Το προφίλ του ταξιδιώτη μπορεί να είναι κατά περίπτωση διαφορετικό, να ενδιαφέρεται κυρίως για μουσεία και πολιτισμό, να ενδιαφέρεται πιο πολύ για καφέ, εστιατόρια και ξενοδοχεία, να κάνει θρησκευτικό ή αθλητικό τουρισμό, μπορεί να ταξιδεύει μόνο με συγκεκριμένο μέσο, όπως τρένο ή λεωφορείο ή ιστιοπλοϊκό σκάφος, μπορεί να θέλει να περιδιαβαίνει πόλεις ή να κάνει διακοπές κοντά στη θάλασσα ή στα βουνά.
Οι σημερινοί γενικοί ταξιδιωτικοί ή τουριστικοί οδηγοί προσπαθούν να καλύψουν πολλές από τις παραπάνω κατηγορίες ταξιδιωτικών ενδιαφερόντων, αλλά υπάρχουν και οδηγοί για ειδικά ενδιαφέροντα. Ίσως οι πιο διάσημοι οδηγοί για τα "κλασσικά" αξιοθέατα, δηλαδή μουσεία, μνημεία ιστορίας και αρχιτεκτονικής, αρχαιολογικούς χώρους, είναι οι Μπλε Οδηγοί (Blue Guides), που εκδίδονταν ως το 1982 (αν και υπάρχει σήμερα μια νέα σειρά οδηγών με το ίδιο όνομα, αλλά διαφορετική ιδιοκτησία). Υπάρχουν όμως οδηγοί για μονοπάτια ορεινών περιοχών, για φυτά, για τη γαστρονομία περιοχών, για την αρχιτεκτονική τους, για κάστρα, για παλάτια, για μουσεία, για μοναστήρια, για θαλασσινά ταξίδια και για οτιδήποτε άλλο θα έκανε κάποιον να αφήσει την άνεση του καναπέ του.
Οι ταξιδιωτικοί οδηγοί προφανώς απευθύνονται στον ταξιδιώτη-περιηγητή, ο οποίος καλείται να χαράξει τη δική του διαδρομή πάνω στο χάρτη. Ο οδηγός θα τον βοηθήσει ιδανικά είτε να προγραμματίσει το ταξίδι του από πριν, σε κάποιο βαθμό, είτε να πάρει νέες αποφάσεις στη διάρκειά του. Έγκυροι ταξιδιωτικοί οδηγοί φρόντιζαν να προτείνουν συγκεκριμένες διαδρομές για να καλύψουν μια περιοχή, μαζί με χρηστικές λεπτομέρειες για το πώς θα μπορούσαν να πραγματοποιηθούν. Για παράδειγμα, ένας οδηγός Baedeker του 1908 για τη Μικρά Ασία και το ανατολικό Αιγαίο δίνει στον ταξιδιώτη που θέλει να πάει από τη Σμύρνη στη Σάμο την επιλογή (μεταξύ άλλων) να διασχίσει πρώτα μια χερσαία έκταση με υποζύγιο και τοπικό οδηγό πριν φτάσει σε ένα λιμάνι απέναντι από τη Σάμο για να πάρει ένα τοπικό δρομολόγιο με πλοίο. Ο οδηγός εξηγούσε στον ταξιδιώτη τι πρέπει να προσέξει για να φτάσει στον προορισμό του με ασφάλεια και οικονομία, μέσα σε μια χώρα της οποίας τη γλώσσα πιθανώς δεν μιλούσε και ενείχε άγνωστους κινδύνους.
Σήμερα η τεχνολογία έχει αλλάξει τα δεδομένα του προγραμματισμού και της εκτέλεσης ενός ταξιδιού. Ο ταξιδιώτης μπορεί να οργανώσει μόνος του το ταξίδι του, να βγάλει εισιτήρια και να κλείσει ξενοδοχεία μέσω Internet, να καθοδηγηθεί στους δρόμους της πόλης και να χρησιμοποιήσει τις συγκοινωνίες της μέσα από αλληλεπιδραστικούς χάρτες που φαίνονται στο κινητό του, ακόμη και να επικοινωνεί μέσω δορυφόρων με τον "πολιτισμό" ενώ βρίσκεται στις ερημιές των βουνών και των θαλασσών.
Ωστόσο η "διήγηση" δεν έχει χάσει τη σημασία της. Τα παρελθόντα ή τα μελλοντικά μας ταξίδια θα μας παρακινήσουν να διαβάσουμε βιβλία, ενώ βιβλία που διαβάσαμε θα μας στείλουν σε ταξίδια. Η "Οδύσσεια" του Ομήρου "πουλάει" κρουαζιέρες στη Μεσόγειο, ενώ ο "Οδυσσέας" του James Joyce "πουλάει" περιηγήσεις με ξεναγούς στο Δουβλίνο, στα σημεία που αναφέρονται στο μυθιστόρημα. Ο "Κώδικας Da Vinci" του Dan Brown έστειλε τουρισμό σε μια σειρά από τόπους, μερικοί από τους οποίους ήταν εντελών άγνωστοι στο ευρύ κοινό, όπως το κάστρο του Montségur στη νότια Γαλλία. Η εκκλησία των Ναϊτών στο Λονδίνο (Temple) θα είχε πολύ λιγότερους επισκέπτες χωρίς αυτόν. Αντίστοιχες επιδράσεις είχαν κι άλλα μέσα, όπως κινηματογράφος και τηλεόραση. Το Star Wars έστειλε ταξιδιώτες στην Τυνησία, το Game of Thrones στην Κροατία.
Με την τηλεόραση όμως έρχονται οι "περιηγήσεις του καναπέ". Η τηλεόραση είναι μέσο, μπορεί να μας περάσει το καλύτερο και το χειρότερο. Η κάμερα θα μπορούσε να φτάσει εκεί όπου εμείς δεν θα φτάσουμε ποτέ, σε απάτητες βουνοκορφές, στα βάθη της θάλασσας, σε χώρες μακρινές, ή μπορεί να αναλύσει σπιθαμή προς σπιθαμή τα αριστουργήματα της τέχνης, ή να μας γνωρίσει (έστω επιφανειακά) λαούς με τους οποίους δεν θα επικοινωνήσουμε ποτέ άμεσα. Το καλύτερο τέτοιο δείγμα που είχαμε στην Ελλάδα ήταν πιθανότατα οι εκπομπές της Μάγιας Τσόκλη.
Είναι και το Internet. Μπορείς να περιδιαβείς τους δρόμους πόλεων και χωριών μέσα από το Google Streets. Μπορείς να δεις την ψηφιακή αναπαράσταση του Αγίου Πέτρου της Ρώμης ή της Ακρόπολης. Μπορείς ακόμη να διαλέξεις πού θα πας εικονικά. Αλλά όλα αυτά χρειάζονται μια ελάχιστη πρωτοβουλία και δραστηριότητα, ακόμη κι αν αυτή περιορίζεται σε μερικά κλικ στο ποντίκι του υπολογιστή. Στην τηλεόραση όμως το θέαμα-κονσέρβα έρχεται ακόμη πιο ξεκούραστα, έτοιμο ενώ κάθεσαι στον καναπέ, πίνεις το ποτό σου, τρως την πίτσα σου ή τα σουβλάκια που σου έφερε ο ντελιβεράς. Στην καλύτερη περίπτωση με το video on demand μπορείς να διαλέξεις ποια κονσέρβα θα καταναλώσεις.
Όλα αυτά τα νέα μέσα, κάμερες, τηλεοράσεις, υπολογιστές, κάσκες εικονικής πραγματικότητας, οχήματα διαφόρων τύπων (περιλαμβανομένων και των drones) θα περίμενε κανείς να άνοιγαν νέες δυνατότητες στην ταξιδιωτική πολυμεσική διήγηση. Ταυτόχρονα η ευκολία με την οποία είναι προσβάσιμες παλιές και νέες πηγές πληροφοριών θα έδινε την ευκαιρία σε όποιον οργανώνει μια τέτοια διήγηση να την κάνει πιο εμπεριστατωμένη, πιο στοχευμένη και, προσθέτοντας λίγο ταλέντο, πιο συναρπαστική.
Εκεί όμως είναι που μπαίνει η οικονομία όλων των παραπάνω (αν όχι και η τεμπελιά, αμφότερα μαζί μας κάνουν την "ξεπέτα"). Μέχρι προχτές το ταξίδι το ίδιο και η καταγραφή του ήταν δραστηριότητες δαπανηρές. Ο Ηρόδοτος μπορούσε να ταξιδεύει και γράφει επειδή ήταν ήδη εύπορος. Κάποιοι άλλοι έβρισκαν χρηματοδότες ή ταξίδευαν έτσι κι αλλιώς για τη δουλειά τους κι έγραφαν αργότερα τα απομνημονεύματά τους, όπως ο Μάρκο Πόλο. Ένα ταξιδιωτικό ντοκιμαντέρ, εφόσον εξυπηρετούσε ένα σκοπό, μπορούσε να χρηματοδοτείται από ένα κρατικό τηλεοπτικό κανάλι. Ένα ιδιωτικό κανάλι θα χρηματοδοτούσε ένα ελκυστικό θέμα ευελπιστώντας να καλύψει τα έξοδα με διαφημίσεις.
Τα νέα μέσα έφεραν μια πτώση του κόστους. Δεν χρειάζεται πια να ενοικιαστεί ένα ελικόπτερο για μια λήψη από ψηλά, αρκεί ένα drone. Δεν είναι ανάγκη να κουβαλάει κανείς μια ογκώδη και βαριά κάμερα μαζί με τον χειριστή της, αρκεί ένα σελφοκόνταρο κι ένα κινητό. Το μοντάρισμα των πλάνων, η προσθήκη τίτλων και υποτίτλων, η επεξεργασία του ήχου, όλα μπορούν να γίνουν στον υπολογιστή ή ακόμη και στο ίδιο το κινητό. Δεν χρειάζεται ειδικός εξοπλισμός και στούντιο, μπορείς να το κάνεις ακόμη και στο νεκρό χρόνο του ταξιδιού, περιμένοντας στο αεροδρόμιο ή μέσα στο αεροπλάνο και το τρένο. Ο καθένας που έχει διάθεση και χρόνο μπορεί με λίγη εκπαίδευση και εμπειρία να κάνει ένα video ως και επαγγελματικής ποιότητας.
Ένας ανάλογος "εκδημοκρατισμός" έχει συμβεί και στην περιοχή της συγγραφής βιβλίων και κειμένων γενικότερα. Το βιβλίο που βγαίνει από τον εκδότη έχει περάσει από μια διαδικασία αξιολόγησης, αποδοχής ή απόρριψης, διόρθωσης στην περίπτωση της αποδοχής και εν τέλει τυπογραφικής επιμέλειας. Όλα αυτά τα βήματα εγγυώνται, στατιστικά έστω, ότι το βιβλίο περνάει ένα πήχυ ποιότητας. Σήμερα όμως υπάρχουν διάφοροι τρόποι αυτοέκδοσης, ηλεκτρονικής ή και έντυπης, όπου ο μόνος έλεγχος που απομένει είναι η τελική αποδοχή του κοινού. Προσωπικά γνωρίζω μόνον ένα αξιόλογο συγγραφέα που έγινε γνωστός ξεκινώντας με αυτοέκδοση, τον Andy Weir.
Στην περιοχή του video κυριαρχεί το youTube, που βασίζεται μεν σε ένα φίλτρο επιδοκιμασίας του κοινού για να δοθεί κάποια άμεση ανταμοιβή στον δημιουργό, αλλά οποιοσδήποτε μπορεί να εκθέσει την καλή ή κακή του προσπάθεια. Η διαφήμιση είναι το κλειδί σε αυτό και σε άλλα κοινωνικά δίκτυα, όπως το Instagram και το TikTok. Σε όλα αυτά ο ποιοτικός έλεγχος είναι ως επί το πλείστον ανύπαρκτος και η ποιότητα είναι συχνά αβυσσαλέα. Τελικά οι πλατφόρμες διαμορφώνουν δραστικά το ίδιο το περιεχόμενο, ενώ καταναλωτές και δημιουργοί περιεχομένου εμπλέκονται σε μια αλληλεπίδραση όπου η ποιότητα συνεχώς υποχωρεί. Η ταξιδιωτική τηλεοπτική αφήγηση δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστη.
Παλιότερα είχαμε στην τηλεόραση το μοντέλο του ταξιδιώτη που βλέπει τόπους, δείχνει πλάνα από μνημεία της ιστορίας και του πολιτισμού τους, προσφέρει βασικές γνώσεις γι' αυτά, μιλάει με ντόπιους περιστασιακά για να δώσει μια ιδέα της τοπικής ζωής. Δίνει ερεθίσματα στον θεατή να εμβαθύνει αν το επιθυμεί, καθώς επίσης να ταξιδέψει κι ο ίδιος. Ύστερα περάσαμε στο υποβαθμισμένο μοντέλο όπου ταξιδεύουμε βιαστικά, γράφουμε με μια κάμερα άταχτα ό,τι προλάβουμε, μοντάρουμε τα πλάνα σχεδόν στην τύχη (εξ άλλου δεν έχουμε καιρό για επαναλήψεις και διορθώσεις), δεν πλησιάζουμε τα μουσεία και τα μνημεία όταν έχουν εισιτήριο, βάζουμε και μερικές κρυφές και φανερές διαφημίσεις μέσα κι έξω από την περιήγηση για να χρηματοδοτήσουμε το ταξίδι, επειδή το κανάλι δεν πληρώνει όλα τα έξοδα, παρ' όλο που κι αυτό βάζει τις δικές του διαφημίσεις ανεξαρτήτως. Τελικά ζαλίζουμε τον θεατή με διαφημίσεις, σχετικές και άσχετες, διαφημίσεις που φυτρώνουν από παντού και ανά πάσα στιγμή. Ο παρουσιαστής είναι ικανός να βεβηλώσει την κορυφή της πυραμίδας του Χέοπα για να δείξει πως ανοίγει μια συσκευασία με ελληνικά κριτσίνια συγκεκριμένης βιομηχανίας. Η μοντέλα που συνοδεύει άνευ αποχρώντος λόγου (πλην του διακοσμητικού) τον μάγκα παρουσιαστή ξαφνικά βγάζει επιδεικτικά μια συσκευασία κρέμας προσώπου και την απλώνει στη μύτη της. Αμφότεροι εξαντλούν το χρόνο με κοινότοπα σχόλια και εκφράσεις του τύπου "εδώ θέλω να μου σταθείτε για να βγάλετε τη σωστή σέλφι", γιατί εγώ θα σας καθοδηγήσω πού να σταθείτε και πού να πάρετε ανάσα. Στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να είναι ένας συμπαθής τυπάκος που θα καθαρίσει το δήθεν ελληνικό του μήλο στο Τόκιο, όπου βέβαια η εισαγωγή φρούτων από το εξωτερικό απαγορεύεται διά ροπάλου. Στη χειρότερη είναι ένας γυρολόγος των ξενοδοχείων και των εστιατορίων που εξαντλεί την υπομονή μας με διαφημίσεις μαύρες, άσπρες, γκρίζες, ό,τι να 'ναι. Για το πούμε κι αλλιώς, ο γαστρονομικός τουρισμός είναι μια ειδική κατηγορία, υπαρκτή βεβαίως, αλλά δεν μπορεί να εξυπηρετείται από άσχετους. Αλλά άμα το κοινό επικροτεί, άμα ο παρουσιαστής είναι role model της εποχής μας, ποιος νοιάζεται;
Comments