Ήσυχες διακοπές
Προχτές πήρε το
μάτι μου ένα καινούργιο application («απλικέσιο» που λέγανε πέρσι στις διαφημίσεις της κινητής τις εμπνευσμένες
από την «αγνή επαρχία»), ένα κάπως προχωρημένο ξυπνητήρι. Ανάμεσα στους ήχους
που είχε για ξύπνημα ήταν κάτι σαν τον πρωινό ήχος χωριού, με φωνές από κοκκόρια,
κατσίκες κι άλλα οικιακά ζώα. Επίσης είχε ένα ήχο παραλίας, με κύματα και
γλάρους. Τέτοιους ήχους φανταζόμαστε πως θα βρούμε μπροστά μας στις
καλοκαιρινές διακοπές, και πριν απ’ όλα ησυχία.
Βρίσκομαι σ’ ένα
παραθαλάσσιο χωριό ενός μακρινού ακριτικού νησιού. Οι τουρίστες είναι λίγοι,
τόσο λίγοι που κάνουν τους εστιάτορες
και τους ιδιοκτήτες των λιγοστών καφέ και ποτάδικων να διαμαρτύρονται σε πρώτη
ευκαιρία. «Όλη η Ελλάδα είχε αύξηση, και μεις μείωση εξ αιτίας των δύσκολων
ακτοπλοϊκών συγκοινωνιών» σου λένε. Κι εσύ μπορείς να φαντάζεσαι την υπέροχη
ησυχία ενός τέτοιου χωριού, σε αντίθεση με τη φασαριόζικη, ας πούμε, Μύκονο.
Όμως η
πραγματικότητα είναι διαφορετική και σκληρή. Για τα καλωσορίσματα η καλόκαρδη
γειτόνισσα πήρε την πρώτη μέρα τηλέφωνο στις έξι το πρωί να της ανοίξουμε για
να μας δώσει πεσκέσι κολοκυθολούλουδα. Όταν σχολίασα την ώρα είπε «εδώ τέτοια
ώρα σηκώνονται όλοι». Μάλιστα. Και τότε πώς γεμίζουν τα «μαγαζά» στη διπλανή
πόλη απ’ τις δύο τη νύχτα κι ύστερα; Είναι όλοι σαν τον ακοίμητο Ιουστινιανό;
Τις μικρές ώρες
της νύχτας ως τα ξημερώματα περνάνε σφαιράτοι «κλαρινογαμπροί» (δεν άντεξα να
μη χρησιμοποιήσω τη λέξη αυτή που έμαθα πρόσφατα). Τα φτιαγμένα με αεροτομές
και ηχεία διαστημόπλοιά τους ακούγονται δυο χιλιόμετρα πριν το χωριό, ύστερα
πάλι ως δυο χιλιόμετρα μετά το χωριό, αλλά ο χρόνος διέλευσης είναι περίπου
μηδενικός. Βάζεις με το μυαλό σου με πόσα να περνάνε μέσα απ’ τη στενή «εθνική
οδό» που διασχίζει τα πυκνοχτισμένα σπίτια, συχνά χωρίς πεζοδρόμιο. Βέβαια για
να αποκαταστήσω τη διεθνή δικαιοσύνη θα πω ότι είδα παρόμοια στο Λονδίνο και
στη Λωζάνη, όπου όμως δίνονται και κάτι κλήσεις ενίοτε.
Μόλις ξημερώσει
περνάνε μερακλήδες νταλικέρηδες, αλλά κι αυτοί για τις διαστάσεις και τη μάζα
των οχημάτων τους σφαιράτοι. Τα σπίτια
δίπλα στο δρόμο σείονται. Σαν έρχονται μούρη με μούρη στα πιο στενά σημεία τα θηριώδη
φρένα ουρλιάζουν. Και για να μειώσουν την πιθανότητα να συμβούν ατυχίες οι πιο
«προβλεπτικοί και υπεύθυνοι» κορνάρουν πριν ακόμη μπουν στο χωριό, οποιαδήποτε
ώρα της μέρας ή της νύχτας. Στα παλιά τους τα παπούτσια ο ύπνος μόνιμων
κατοίκων και περαστικών του καλοκαιριού που ήρθαν για υποτιθέμενη ξεκούραση απ’
το κολασμένο άστυ. Στα παλιά τους τα
παπούτσια κι ο κώδικας που απαγορεύει το κορνάρισμα ή ο νόμος περί κοινής
ησυχίας.
Στο διπλανό πάλι
χωριό, πάνω σε δυο στροφές χωρίς ορατότητα, οι μερακλήδες κάτοικοι κι
επισκέπτες αυτή τη φορά συνηθίζουν να παρκάρουν με άνεση πάνω στην εθνική οδό.
Ουδείς ενδιαφέρεται για τις ζωές που μπαίνουν σε κίνδυνο. Άλλες χρονιές έπεφταν
βροχή οι κλήσεις απ’ την τροχαία, αλλά όχι πια στην Ελλάδα της κρίσης. Ο λαός
είναι στενοχωρημένος κι οι τροχονόμοι πληρώνονται λίγο. Αν σκοτωθεί κανένας θα γλυτώσουμε ίσως ένα μισθό ή μια σύνταξη. Εκεί ειλικρινά χαίρομαι
με όποιον «παρανομεί» και κορνάρει για να σώσει τη ζωή του, ξυπνώντας μερικούς ασυνείδητους.
Και χθες το βράδυ
ήρθε το κερασάκι στην τούρτα. Πέρασε ρηχά ένα φορτηγό. Καράβια περνάνε πολλά,
κυρίως κρουαζιερόπλοια, επιβλητικά, νησιά ολόκληρα μερικά. Πέρασε όμως στις
τρεις τη νύχτα και μια σακαράκα, αλλά αυτή κι αν άφησε εντυπώσεις. Σίγουρα ξύπνησε
όλο το χωριό από αμέτρητα διαδοχικά σφυρίγματα κάθε λίγα δευτερόλεπτα, σα να ήταν στα
στενά της Μάγχης με ομίχλη. Φίλοι μου είπαν «όχι μόνο ξυπνήσαμε εμείς και
ψάχναμε να δούμε τι συμβαίνει, αλλά αγριεύτηκε κι ο σκύλος και είδαμε και
πάθαμε να τον κάνουμε να σωπάσει». Ο μερακλής καπετάνιος χαιρετούσε τους φίλους
του;
Comments
Οι ξενυχτισμένοι ιδιοκτήτες του τρομαγμένου σκύλου που μάταια ψάχνουν τις ήσυχες διακοπές των μικρών χωριών που μνημονεύονται στα νεοελληνικά αναγνώσματα των παιδικών μας χρόνων.